Wednesday 28 November 2018

Ευτυχώ..ς

Ο μικρός βρέθηκε μπροστά από κάτι που δεν είχε ξαναδεί. Ακούμπησε με την άκρη του δακτύλου του αυτή την μάζα και ένιωσε να τον μαγνητίζει και να περνάει κάπου άλλου, σαν πόρτα. Ξαφνιάστηκε και γύρισε τελευταία φορά πίσω για να δει τον κόσμο του πίσω.

Γρήγορα τον πλημμύρισαν σκέψεις όπως αν ξαναδεί τους δικούς του και τους φίλους του. Αν και το περίεργο και το παράξενο πάντα τον προσέλκυε. Η μοναξιά του ήταν πάντα η πιο καλή του φίλη και καθώς του ερχόντουσαν δάκρυα, χάθηκε ξαφνικά μέσα σε αυτήν την άμορφη μάζα που ακούμπησε.
 Εμφανίστηκε αμέσως σε ένα μέρος περίεργο που είχε μια απόλυτη ηρεμία και γαλήνη. Οι μόνοι ήχοι που τον καλούσαν ήταν της φύσης,  τα θροίσματα φύλλων και ήχοι τρεχούμενου νερού. Κάπου κάπου άκουγε αχνά μια φωνή να του λέει από κάπου μακριά.
-Είδες?

Ο μικρός, την πρώτη φορά νόμιζε ότι ήταν στην ιδέα του, αλλά πιο μετά ξαναήρθε η ίδια φράση στα αυτιά του. Ξεκίνησε να πηγαίνει προς την φωνή για να δει ίσως κάποιον και για να τον ρωτήσει τί είναι αυτό το μέρος.

Ξαφνικά, αντίκρισε τη γοργόνα της γης.
Με χρυσό σώμα και μακρυά μαλλιά στο χρώμα της φύσης. Ο μικρός έτριψε τα μάτια του και τα ξανάνοιξε νομίζοντας ότι κοιμάται.
Τον καθησύχασε και του είπε την ιστορία αυτού του παραμυθένιου τοπίου.

"Κάποτε ζούσε εδώ ένας μοναχικός άνθρωπος,
ήταν το μέρος που τον έκρυψε από το υπόλοιπο κόσμο. Κάθε χρώμα που βλέπεις και κάθε τι που ακουμπάς αυτός το εμπνεύστηκε. Όταν πρώτο ήρθε ζούσε σε ένα απόκοσμο και ασπρόμαυρο τοπίο
Είχε έρθει στην ηλικία σου. Δεν γνώριζε τα χρώματα, δεν θυμόταν την αίσθηση της ομορφιάς και της χαράς. Κάθε μέρα περπατούσε σε ένα ατέλειωτο δάσος ανάμεσα στο άσπρο και στο μαύρο που διέκρινε. Καθώς μεγάλωσε άρχισε να βρίσκει τη σημασία του να είναι κάποιος μόνος. 
                
Και ξεκίνησε με το μυαλό του να βάζει χρώμα σε όλα αυτά που διέκρινε. Άρχισε να νιώθει ζεστασιά μέσα του και θέλοντας να μάθει πήγε στον μοναδικό μέρος που κάποιος θα μπορούσε να μάθει τα πάντα. Στο κάστρο της γνώσης με την πηγή που αν πιεις από το νερό της
μαθαίνεις τις αισθήσεις, τα συναισθήματα.

Κάποια στιγμή όμως ένιωσε ότι έπρεπε να γυρίσει πίσω, στον κόσμο που είχε αφήσει. Δεν γύρισε πίσω, παρά μόνο για μια στιγμή που με την βοήθεια μου μαγέψαμε την κοπέλα της φωτιάς. Της είπε για αυτό το μοναδικό μέρος και την ευτυχία που θα ένιωθε μέσα σε αυτό και επέλεξε να μείνει με την συμφωνία να φύγει οπότε βαρεθεί ή δε νιώσει άλλο πια όμορφα και γαλήνια.

Έτσι και έγινε. Έζησαν σχεδόν πενήντα χρόνια μαζί και με την γαλήνη να τους διακατέχει έβαλαν χρώμα σε όλο αυτό το μαγικό τοπίο. Το φεγγάρι το άφησαν άσπρο και μαύρο, το μοναδικό στοιχείο που δεν άλλαξαν για να τους θυμίζει το μουντό χρώμα που υπήρχε.

Κάποια στιγμή η κοπέλα της φωτιάς ένιωσε πλήξη και θυμήθηκε όλα αυτά που είχε αφήσει πίσω και έφυγε βιαστικά προς τον κόσμο.
Η πύλη θα άνοιγε μόνο για αυτήν ξανά, μετά από ένα ξόρκι που με έβαλε ο άντρας να κάνω."

Ο μικρός βρήκε την στιγμή και ρώτησε ξαφνιασμένος με την ιστορία που είχε μόλις ακούσει.
- Και εγώ πως ήρθα κυρία εδώ? Ο άντρας που βρίσκεται τώρα?


Wednesday 7 November 2018

Αρχή...

Κάποτε έμαθες να ζεις με τους ανθρώπους
Όμως χόρτασες να μαθαίνεις χαρακτήρες
Ίσως τα στενάχωρα συναισθήματα σε γοητεύουν πια
Τουλάχιστον δεν απογοητεύουν
Απλά σε δυναμώνουν
Ώρες υπνοβατείς σε άλλους κόσμους

Τώρα πια αναπνέεις αργά
Όπως σταματάει να ουρλιάζει η μέρα στα αυτιά σου

Σταμάτα να κοιτάς το φως
Κρατιέσαι ακόμα από τις κλωστές σου
Όπλο σου οι λέξεις που χρωματίζεις στον καμβά σου
Τέτοιες είναι οι ώρες που κοιτάς τη νύχτα στα μάτια
Άρχισες να ζεις με τα λυπηρά συναισθήματα
Διαβάζεις τη σκέψη του όποιου έρχεται δίπλα σου
Ίσως δε σε καταλαβαίνει πια

Αρνούμαι τον κόσμο σας

Ο χρόνος περνά και δείχνει τα σημάδια του. Η φύση απλά είναι πάντα εκεί. Σημάδια λέω τις πληγές του ανθρώπου. Η φύση του είναι πάντα ε...